Ο Bukowski είχε πει πως η αγάπη είναι απλώς το αποτέλεσμα μιας τυχαίας συνάντησης και είχε δίκιο.
“Πώς μπορείς να λες ότι αγαπάς ένα άτομο, όταν υπάρχουν δέκα χιλιάδες άνθρωποι στον κόσμο που θα αγαπούσες περισσότερο αν ποτέ τους γνώριζες; Αλλά ποτέ δε θα τους γνωρίσεις. Εντάξει, άρα κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε. Δεκτό. Όμως και πάλι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως η αγάπη παραμένει το προϊόν μιας τυχαίας συνάντησης”.
Δεν καταλήγουν όμως όλες οι τυχαίες συναντήσεις στην αγάπη ή σε μια σχέση, άρα δεν αρκεί μόνο αυτό. Ωστόσο το να παραβλέψουμε τη σημασία του πανίσχυρου παράγοντα της εγγύτητας θα ήταν επίσης αφελές.
Αν παρατηρήσετε τα γνωστά σας ζευγάρια θα δείτε πως πριν καταλήξουν μαζί χρειάστηκε θέλοντας και μη να συνυπάρχουν συχνά στον ίδιο χώρο, είτε αυτό είναι κοινή δουλειά ή οτιδήποτε άλλο.
Η εγγύτητα προσφέρει τον χρόνο που απαιτείται ώστε η παρουσία κάποιου να καταστεί γνώριμη και οικεία. Αυτομάτως οι άμυνες πέφτουν, υπάρχει μια χαλαρότητα που σε κάνει πιο δεκτικό στο φλερτ του άλλου. Δεν πρόκειται, για παράδειγμα, για κάποιον ξένο που σε προσεγγίζει σε ένα απρόσωπο μπαρ.
Η εγγύτητα οδηγεί στην οικειότητα. Η οικειότητα ενδεχομένως σε κάτι πιο ερωτικό.
Πρόκειται για το «φαινόμενο της απλής έκθεσης».
Η συστηματική έκθεση σε κάτι αρκεί να προκαλέσει την προτίμηση και την αρεσκεία μας. Το πραγματικά ενδιαφέρον στοιχείο της έρευνας είναι πως η έκθεση αυτή δε χρειάζεται καν να είναι συνειδητή (Zajonc, 1980).
Η ωμή αλήθεια στο τέλος είναι πως επιλέγουμε ανθρώπους που βρίσκονται κοντά μας γιατί βολεύει. Αυτό φυσικά ενέχει τον κίνδυνο να συμβιβαστείς με κάτι λιγότερο από αυτό που σου αξίζει.
Φυσικά υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες που παίζουν τον ρόλο τους, όπως
- η εξωτερική εμφάνιση
- η ομοιότητα (“τα ετερώνυμα έλκονται” είναι ίσως ο μεγαλύτερος μύθος στον τομέα των ανθρώπινων επαφών) και
- η αμοιβαιότητα (επιθυμούμε περισσότερο άτομα που ανταποκρίνονται ήδη στο ενδιαφέρον μας, καθώς αυτό μας ενθαρρύνει να συνεχίσουμε)
Όλα όμως ξεκινούν, χάρη στην εγγύτητα, με εκείνη την πρώτη τυχαία συνάντηση και γνωριμία.
Κατά πόσο όμως μια συνάντηση είναι όντως τυχαία;